1. Μάννα ,
κυοφορήθηκα μέσα στην κοιλιά σου εννιά μήνες ,
μεσ΄ απ΄ το αίμα σου και τους σπασμούς των σπλάχνων σου
έπαιρνα μηνύματα φόβου, λύπης , κινδύνου, χαρά, ευχαρίστησης.
Ζούσα με σένα μόνο κι από σένα.
Ένιωθα τον αγώνα σου να με σηκώνεις και να με κουβαλάς.
2. Μάννα,
για όλ΄ αυτά σ΄ αγαπούσα .
Κανέναν και τίποτα άλλο δε γνώρισα.
Ζούσα με σένα μόνο κι από σένα.
Όταν γεννήθηκα κι έμαθα για το Θεό ,
ένιωσα ότι εσύ ήσουν τότε ο Θεός μου.
Γι΄ αυτό ένιωσα μέσ΄ απ΄ την κοιλιά σου ακόμα
να σ΄ αγαπώ.
3. Μάννα,
όταν γεννήθηκα , ένιωσα ένα πόνο στα πνευμονάκια μου,
αλλά δεν έκλαψα μόνο γι΄ αυτό .
Έκλαψα μ΄ όλη τη δύναμή μου , γιατί σ΄ έχανα.
Τι ωραία που ήμουν μέσα στην κοιλιά σου !
Και τώρα ο άγνωστος κόσμος ξαφνικά , που με πονάει.
Ένα άγνωστο χέρι μ΄ έσπρωχνε μέσα απ΄ την κοιλιά σου.
4. Μάννα ,
έτσι βγήκα έξω στον κόσμο .
Και κάθε μέρα απομακρυνόμουν όλο και περισσότερο από σένα.
Έπρεπε ν΄ αναμετρηθώ με τον αντικειμενικό κόσμο.
Η πρώτη μεγάλη πίκρα , η πρώτη τρομάρα μου,
που θα με ακολουθούσε πια σ΄ ολόκληρη τη ζωή μου.
5. Μάννα ,
είσαι η μόνη βεβαιότητα της ύπαρξής μου ,
μέσα στον ακατανόητο , τον αδιάφορο κόσμο.
Για κανέναν και για τίποτε δεν είμαι τίποτε.
Όλα τα πουλιά κελαηδούν για λογαριασμό τους.
Εσύ μόνο καρδιοχτυπάς για μένα , προσωπικά για μένα.
Εξακολουθείς να είσαι για όλη μου τη ζωή ο Θεός μου.
Μάννα, είσαι το μόνο πρόσωπο που πραγματικά γνωρίζω.
6. Μάννα , τώρα που γεννήθηκα γνώρισα και τον πατέρα.
Τον αγάπησα τη στιγμή που τον είδα να σε φιλάει.
Αγαπώ τον πατέρα μου , γιατί σ΄ αγαπάει.
Νιώθω ευγνωμοσύνη σ΄ αυτόν , που αγαπά τη μητέρα μου.
Δεν ξέρω, δεν αισθάνομαι άλλον λόγο να τον αγαπώ.
Κι εσύ μανούλα μου , πρέπει να ΄χεις κάποιον
να σ΄ αγαπάει . Να σε ξεκουράζει , να σε παρηγορεί.
7. Μάννα ,
τώρα που μεγάλωσα είδα τα τρομερά τέρατα , που υπάρχουν
στην αντίπερα όχθη .
Εκεί που φθάνει μόνο η θύμησή σου , η εικόνα σου.
Κι όταν μας δαγκώνουν τα τέρατα , δεν έχουμε άλλη
παρηγοριά , παρά να βογγάμε : Μάννα μου, οχ μάννα,
γιατί ξέρουμε ότι εκείνη την ώρα κι εσύ βογγάς για μας.
Ο πόνος μας σμίγει με το δικό σου και παρηγοριόμαστε.
8. Μάννα ,
χωρίς εσένα θα ήμασταν άθεοι.
Έμαθα ν΄ αγαπώ το Θεό , γιατί κι αυτός έχει μάννα.
Αν δεν είχε , πώς θα τον ένιωθα δικό μου ;
Τώρα καταλαβαίνω την άβυσσο των αισθημάτων μου για σένα ,
είσαι η Παναγία Θεοτόκος μου και είμαι ο Υιός και Θεός σου.
Είσαι για μένα το σχολείο της πίστης και χωρίς να μιλάς .
9. Μάννα,
τα τέρατα γίναν πολλά και μας τρώνε.
Θέλουν να φάνε κι εσένα , μαζί με τον πατέρα .
Πιάσε με μάννα απ΄ το χέρι κι ο πατέρας απ΄ το άλλο
και γλίτωσέ μας με τις μετάνοιες σου , μάννα.
Εσύ μάννα, με την αγάπη σου κατεβάζεις το Θεό στη γη
κι εμάς όλους μας ανεβάζεις στην παλάμη του και μας ασφαλίζεις εκεί.
Σ΄ ευχαριστώ Θεέ μου , που μου χάρισες τη μάννα μου, το πιο
πολύτιμο δώρο σου.
Του συνεργάτη μας
Φιλόλογου – Συγγραφέα
Κωνσταντίνου Γανωτή
Αφήστε μια απάντηση